Ο Ελληνικός μαύρος χοίρος
Ιστορία : Ο μαύρος χοίρος είναι αρχαίος κάτοικος της Μεσογείου. Τα ίχνη της φυλής του στον ελλαδικό χώρο φτάνουν μέχρι 9000 χρόνια π.Χ.! Το κοπάδι του Οδυσσέα, που φύλαγε ο πιστός χοιροβοσκός Εύμαιος είναι ένα παράδειγμα ύπαρξης της φυλής στα χρόνια του Ομήρου. Έτρεφε την ελληνική ύπαιθρο μέχρι πριν λίγες δεκαετίες ενώ εξαφανίστηκε απότομα μέσα στη δεκαετία του '60, όπως και άλλες αυτόχθονες φυλές ζώων, με την ερήμωση των χωριών ως αποτέλεσμα της μετανάστευσης που ερήμωσε την ελληνική ύπαιθρο. Αντικαταστάθηκε με εντατικές εκτροφές βελτιωμένων ξένων φυλών στα χοιροτροφεία ενώ ξέμειναν ελάχιστα ζώα, που διατήρησαν από προσωπικό ενδιαφέρον κτηνοτρόφοι. Υπολογίζεται πως σε όλη την Ελλάδα δεν υπάρχουν πια περισσότερα από 2.000 ζώα.
Χαρακτηριστικά : Πρόκειται για ζώο μαύρο, με μεγάλη τρίχα και ψηλά πόδια. Εκτός του μαύρου κυρίαρχου χρωματισμού υπάρχουν καφέ-κόκκινα και λευκά-μαύρα ζώα. Το σωματικό βάρος των ενηλίκων κυμαίνεται από 60 έως 200 χλγ και συνδέεται με το περιβάλλον διαβίωσης των ζώων. Είναι ζώο παμφάγο ενώ τρέφεται ως επι το πλείστον με πουρνάρια, βελανίδια και άλλους καρπούς της ελληνικής υπαίθρου. Δεν παρουσιάζει γενετήσια πρωιμότητα ενώ ζει, ως επί το πλείστον στο φυσικό περιβάλλον, από το οποίο λαµβάνει τα στοιχεία, που χρειάζεται για την ανάπτυξή του (σίδηρο, ψευδάργυρο, µαγνήσιο, φθόριο κτλ). Κάθε χοιρομητέρα γεννά 7-8 μικρά έναντι 18-20 των ευρωπαϊκών γουρουνιών. Ο ελληνικός μαύρος χοίρος είναι σταβλισμένος μέχρι τον τέταρτο μήνα της ζωής του και μετά αφήνεται στο φυσικό περιβάλλον. Του δίνουμε περισσότερους μήνες ζωής (τα συμβατικά γουρούνια "θυσιάζονται" στους πέντε μήνες, ενώ αυτό στους δέκα) και ταυτόχρονα έχει λιγότερο βάρος από τις συμβατικές ράτσες όταν θα έρθει η ώρα να "θυσιαστεί" για να φτάσει στο πιάτο μας. Η διαβίωση του στη δύσβατη ενδοχώρα και τα νησιά δεν του επιτρέπει να αποκτήσει παχύ στρώµα λίπους όπως τα άλλα είδη χοίρων που δεν κινούνται πολύ, με αποτέλεσμα να είναι ανθεκτικός στις αλλαγές του κλίµατος και να έχει ιδιαίτερη αντοχή στις ασθένειες. Τέλος επειδή περπατά πολύ, δίνει ένα κρέας σπάνιας πολυπλοκότητας.
Διατροφική αξία : Το κρέας διαθέτει χονδρές ίνες, είναι ερυθρό και έχει ελαφρώς περισσότερο λίπος, είναι πιο "χυμώδες" από τα γνωστά χοιρινά κρέατα με σπάνια νοστιμιά. Το μυστικό βρίσκεται στο εσωτερικό λίπος, που το κάνει πιο νόστιμο και τρυφερό. Πρόκειται για ένα λίπος που περιέχει μέχρι και 50% μονοακόρεστα λιπαρά, όπως το α-λινολεϊκό οξύ και σχεδόν διπλάσια ποσότητα σιδήρου από τα κοινά χοιρινά. Μάλιστα, όπως καταδεικνύουν µελέτες του Αριστοτέλειου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, που πραγµατοποιήθηκαν τα τελευταία δύο χρόνια για τη φυλή του ελληνικού µαύρου χοίρου το λίπος των συγκεκριµένων ζώων είναι πλούσιο σε ω3 λιπαρά οξέα και αποτελεί ένα από τα πιο υγιεινά ζωικά λίπη.
Παράδοση : Ο μαύρος χοίρος είναι συνυφασμένος με τη διατροφική πολιτιστική μας παράδοση. Φυλές σαν αυτήν, που έχουν επιβιώσει με φυσική επιλογή επί χιλιετίες, μπορούν να αντιμετωπίζουν τις αντιξοότητες - όπως τις κλιματικές αλλαγές- με αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα, ενώ έχουν και ιδιαίτερη αντοχή στις ασθένειες, άρα δεν απαιτούν σωρεία φαρμάκων. Ο μαύρος χοίρος αποτελούσε μέρος της ζωής της ελληνικής αγροτικής οικογένειας ανελλιπώς από την αρχαιότητα μέχρι τη δεκαετία του '60! Μέχρι τότε, κάθε οικογένεια, στις περισσότερες επαρχίες του ελλαδικού χώρου, έτρεφε όλο το χρόνο τον χοίρο της. Κατοικούσε σε δικό του χώρο στο στάβλο και αποτελούσε σημαντικό κεφάλαιο στην οικιακή οικονομία καθώς τα προϊόντα του αποτελούσαν πολύτιμο απόθεμα για όλο το χρόνο. Η σφαγή του -συνήθως πριν τα Χριστούγεννα ή τις Απόκριες- ήταν ένα γλέντι, τα γνωστά από τη βυζαντινή εποχή χοιροσφάγια, που σαφώς είχαν τις ρίζες τους στις αρχαίες θυσίες. Αμέσως άρχιζε η προετοιμασία των κρεάτων (πάστωμα για το κρέας και διατήρηση με το λίπος του μέσα στα λαΐνια) και των λουκάνικων που γεμίζονταν και καπνίζονταν στο τζάκι. Αποδείχτηκε πάντα πολύτιμος σε χαλεπούς χρόνους για τη διατροφή των Ελλήνων.
Ο αγριόχοιρος ζεί και αναπαράγεται σε όλη την Ευρωπαϊκή ήπειρο, στη βόρεια Αφρική και νότια Ασία. Στη χώρα μας αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα ενδημικά είδη της άγριας πανίδας. Είναι είδος που προτιμά τα πυκνά θαμνώδη δάση πλατύφυλλων, δρυός, καστανιάς και οξιάς.
Η εκτροφή όλων των ειδών στο πρότυπο εκτροφείο της Οικοφάρμα Α.Ε. γίνεται με την εκτατική μέθοδο (εφαρμογή του κανονισμού ΕΟΚ 2092/91) που συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων καθώς τα ζώα μπορούν να κινούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η ελεύθερη βοσκή συμπληρώνεται με τη χρησιμοποίηση των ξύλινων σταυλικών εγκαταστάσεων, ενώ η εκτροφή των αγριόχοιρων έχει ενταχθεί σε πρόγραμμα βιολογικής κτηνοτροφίας (πιστοποίηση A Cert).
Το κόκκινο ελάφι ή ευγενής έλαφος, είναι ένα από τα μεγαλύτερα ελαφοειδή. Απαντάται στην Ευρώπη και την Ασία ενώ στη χώρα μας έχουν απομείνει δύο μόλις πληθυσμοί, στην Πάρνηθα και τη Ροδόπη. Το κόκκινο ελάφι χαρακτηρίζεται για την προσαρμοστικότητα και την αντοχή του σε δύσκολες κλιματολογικές συνθήκες και σε ένα ευρύ πεδίο οικοσυστημάτων.
Το ζαρκάδι απαντάται ευρέως στα δασικά οικοσυστήματα της ηπειρωτικής Ευρώπης ενώ στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει ιδιαίτερη αφθονία, η οποία συνδέεται με την αναβάθμιση αλλά και την επέκταση των δασικών οικοσυστημάτων της ενδοχώρας.